Την έξοδο στις αγορές το επόμενο διάστημα εξετάζει το Υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να αξιοποιήσει τη θετική δυναμική που δημιουργείται για την κυπριακή οικονομία, έπειτα από τις απανωτές αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, όπως πληροφορείται το ΚΥΠΕ.
Όπως δήλωσαν αρμόδιες πηγές στο ΚΥΠΕ, στόχος είναι ένα δεκαετές ομόλογο, αλλά τα ζητήματα αυτά, όπως και το τελικό ποσό που θα αντληθεί, καθορίζονται, σε διαβούλευση, από τους συμβούλους της έκδοσης και αναλόγως των συνθηκών της αγοράς.
Υπενθυμίζεται ότι το Γραφείο Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΓΔΔΧ) έχει ήδη ανακοινώσει ότι ετήσιο χρηματοδοτικό πρόγραμμα για φέτος, το οποίο ανέρχεται σε €1,3 δισεκατομμύριο, εκ των οποίων το €1 δισ θα καλυφθεί μέσω έκδοσης Ευρωπαϊκού Μεσοπρόθεσμου Ομολόγου (ΕΜΤΝ).
Όπως είχε αναφέρει το ΓΔΔΧ, στην ετήσια έκθεση για το 2023, πρόθεση για τα επόμενα χρόνια είναι η έκδοση τουλάχιστον ενός ομολόγου αναφοράς (ΕΜΤΝ) ανά έτος, με άντληση ποσού που θα κυμαίνεται μεταξύ €1,0-1,5 δισ. για σκοπούς κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών της Κυβέρνησης.
Πάγιος στόχος του ΓΔΔΧ είναι η εξομάλυνση της καμπύλης λήξεων χρέους με έμφαση στην έκδοση ομολόγων μεγαλύτερης διάρκειας, δεδομένου ότι οι συνθήκες της αγοράς και το νέο περιβάλλον επιτοκίων το ευνοούν, όπως αναφέρει το ΓΔΔΧ.
Πάντως οι ίδιες πηγές θεωρούν ότι το περιβάλλον είναι ευνοϊκό στον απόηχο των αναβαθμίσεων από τους οίκους αξιολόγησης Fitch και Standard and Poor’s, οι οποίοι αναβάθμισαν τη μακροχρόνια πιστοληπτική αξιολόγηση της Κύπρου στο ΒΒΒ+, διατηρώντας μάλιστα θετικές τις προοπτικές, ενώ θετικές προοπτικές έθεσε και ο οίκος Moody’s, διατηρώντας την αξιολόγηση στο ‘ΒΒΒ’ σε πράξη αξιολόγησης στο τέλος του προηγούμενου μήνα.
Θετικές συνθήκες δημιουργούν επίσης η σταθερή πτωτική πορεία του δείκτη χρέους ως προς το ΑΕΠ, ωθούμενο κυρίως από τον ρυθμό ανάπτυξης, ο οποίος το πρώτο τρίμηνο του έτους ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος στην ΕΕ πίσω από τη Μάλτα, σε τριμηνιαία βάση (1,2%), και τρίτος ψηλότερος σε ετήσια βάση (3,4% εποχικά διορθωμένα στοιχεία) πίσω από Μάλτα και Κροατία.
Αρχικά η έξοδος στις αγορές προγραμματιζόταν πριν μερικές εβδομάδες, αλλά οι δηλώσεις των ηγετών της Γαλλίας και Γερμανίας για το ενδεχόμενο αποστολής στρατευμάτων στην Ουκρανία είχαν δημιουργήσει αναταραχή στις αγορές, αποθαρρύνοντας μια ενδεχόμενη έξοδο στις διεθνείς αγορές.