Δευτέρα, 13 Μαΐου, 2024
22 C
Limassol

Υπάρχει κάτι που λέγεται μπέσα

Του Πατριάρχη

Σήμερα θα δικάσω και ας στενοχωρήσω, φίλους, γνωστούς, θρήσκους, άθρησκους, πιστούς και άπιστους.

Στη θέση του Αναστασιάδη θα έκανα και γω αγωγή του Μακάριου Δρουσιώτη, αλλά όχι για λίβελο, συκοφαντία, ψευδολογία ή κάτι από όλα αυτά.

Θα έκανα αγωγή ενώπιον του Υψίστου, για αγνωμοσύνη.

Όταν ο Αναστασιάδης περιμάζεψε τον Μακάριο (όχι τον Εθνάρχη) στο Προεδρικό, υποτίθεται ότι του έδειξε εμπιστοσύνη και αυτό στα απλά ελληνικά λέγεται μπέσα (έστω και αν έχει τουρκική ρίζα η λέξη).

Στη πορεία φαίνεται πως δεν ταιριάξανε και ο Μακάριος πήρε το δρόμο προς τις Βρυξέλλες με τον Χρήστο Στυλιανίδη. Δικαίωμα του και καλά έκανε αφού αυτό επέλεξε.

Εκεί όμως θα έπρεπε να είχε κλείσει το κεφάλαιο της σχέσης του με τον Αναστασιάδη.

Δυστυχώς ο Μακάριος επέλεξε να ανοίξει ένα άλλο κεφάλαιο, ή μάλλον πολλά κεφάλαια στα βιβλία που έγραψε, αξιοποιώντας την εργοδότηση του στο Προεδρικό Μέγαρο με την ιδιότητα του συνεργάτη του Νίκου Αναστασιάδη.

Υπάρχει ένα πρωτόκολλα εχεμύθειας ακόμα και στις μικρομεσαίες ιδιωτικές επιχειρήσεις και ο λόγος είναι προφανής. Όταν είσαι σε ένα μαγαζί, δεν μπορείς να λειτουργείς ως κατάσκοπος και μετά να πηγαίνεις στον ανταγωνιστή και να του πουλάς όσα αποκόμισες από τον προηγούμενος εργοδότη σου, για να τον βλάψεις. Κάποτε ο κανόνας αυτός είναι γραπτός και δεσμευτικός και κάποτε άγραφος και ανάγεται στην ηθική του καθενός.

Αν δεχθούμε για χάρη συζήτησης ότι ο Αναστασιάδης έκανε όλα όσα του καταλογίζει ο Μακάριος στα βιβλία του, γιατί δεν πήγε αμέσως στην Αστυνομία να κάνει καταγγελία; Γιατί δεν παραιτήθηκε αμέσως καταγγέλλοντας δημοσίως τον Πρόεδρο;

Έφυγε από το Προεδρικό, πήγε στις Βρυξέλλες και ενώ είχε εξασφαλισμένη την εργασία του, είπε να κάνει και μια μπίζνα με βιβλία και με στοιχεία, τα οποία δεν θα μπορούσε να τα έχει στα χέρια του, αν δεν του είχε επιτρέψει τη πρόσβαση, λόγω εμπιστοσύνης, ο Νίκος Αναστασιάδης,

Αυτό λέγεται κατάχρηση εμπιστοσύνης και αγνωμοσύνη.

Ας μην μου πει κάποιος, ότι επαναστάτησε η συνείδηση του και σκέφτηκε το δημόσιο συμφέρον και το καλό του τόπου, γιατί θα μπορούσε αυτές τις ευαισθησίες να τις εκφράσει με άλλο τρόπο.

Τα βιβλία είναι επιχείρηση και οι επιχειρήσεις φέρνουν χρήματα… ας μην το πάω πιο πέρα.